Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Για την παράσταση «Γράμμα σ' ένα παιδί», στο Θέατρο Κάππα

Επίσημη πρεμιέρα στο θέατρο Κάππα έκανε τη Δευτέρα 19 Νοεμβρίου η θεατρική παράσταση «Γράμμα σ' ένα παιδί», σε σκηνοθεσία του Μάνου Πετούση και με πρωταγωνίστρια τη Ζέτα Δούκα.

Η παράσταση βασίζεται στο best seller της Ιταλίδας συγγραφέως και δημοσιογράφου Οριάνα Φαλάτσι, με τίτλο «Γράμμα σ' ένα παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ» και σε διασκευή στα ελληνικά από τη Μάρω Μπουρδάκου. Για πρώτη φορά στο θεατρικό σανίδι, παρουσιάζεται ένα βιβλίο που με τον ωμό ρεαλισμό του και τη βαθιά ανθρωπιά του, προκάλεσε παγκόσμια συγκίνηση και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Το έργο είναι γραμμένο υπό μορφή μονολόγου, που έχει ως αποδέκτη το παιδί που κυοφορεί μία νεαρή γυναίκα - πιθανόν η ίδια η συγγραφέας.

Η Ζέτα Δούκα σε ένα «ρόλο ζωής»

Ο ρόλος της Ζέτας Δούκα είναι εξαιρετικά απαιτητικός που θέλει να «είσαι εκεί», ψυχή και σώμα. Η ίδια αποδεικνύει ότι βρίσκεται «εκεί», με μία ερμηνεία γεμάτη ψυχή και με το σώμα της να γίνεται το μέσο έκφρασης όλων αυτών των συναισθημάτων της ηρωίδας την οποία ενσαρκώνει. Δεν «παίζει» ένα ρόλο, «είναι» ο ρόλος, «είναι» αυτή η γυναίκα που απευθύνεται στο αγέννητο παιδί της. Από τους διαφορετικούς χρωματισμούς στη φωνή της μέχρι τις συσπάσεις του προσώπου της και τις κινήσεις των χεριών της, «ξεγυμνώνει» πάνω στη σκηνή την ψυχή της ηρωίδας, προκαλώντας συγκίνηση στους θεατές.

Η ερμηνεία της είναι λιτή, καθοδηγούμενη από μία εξαιρετική σκηνοθεσία και υποβοηθούμενη από μία εξίσου επιτυχημένη σκηνογραφία και επιβλητικό αλλά ταυτόχρονα λιτό φωτισμό. Ναι, η Ζέτα Δούκα είναι μία πολύ καλή ηθοποιός αλλά αυτό που την κάνει υπέροχη σε αυτήν την παράσταση, είναι το γεγονός ότι βασίζεται σ' ένα κείμενο που «το έχει αγαπήσει πολύ», όπως η ίδια δήλωσε μετά την πρεμιέρα. Εκεί, λοιπόν, βρίσκεται το «μυστικό», η αγάπη και η πίστη στην αλήθεια αυτού που κάνεις.

Το έργο

Μαθαίνοντας «ότι υπάρχει», η γυναίκα ξεκινά έναν φανταστικό διάλογο με αυτό το παιδί και μοιράζεται μαζί του τις σκέψεις και τα συναισθήματά της, τα οποία μεταβάλλονται αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Κάποιες φορές τα λόγια της γίνονται εξομολόγηση και κάποιες άλλες υπερασπιστικός μονόλογος.

Οι δυο τους αποτελούν ένα «πολύ παράξενο ζευγάρι», όπως λέει και η ίδια, ένα ζευγάρι αλληλοεξαρτώμενο, καθώς η ύπαρξη του ενός είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ύπαρξη του άλλου. Αυτό είναι κάτι που την τρομάζει και που εκλαμβάνει ως περιοριστικό της ελευθερίας της, καθώς η δύσκολη εγκυμοσύνη που έχει της επιβάλλει να μείνει σε πλήρη ακινησία για αρκετούς μήνες.

Αυτό, όμως, είναι κάτι που εναντιώνεται στις επιθυμίες και τους στόχους της, τόσο στον επαγγελματικό όσο και τον προσωπικό τομέα. Ο πιο μεγάλος περιορισμός όμως που βιώνει είναι η επιτακτική συμβουλή του γιατρού της να αποφεύγει τις συγκινήσεις και τη συναισθηματική φόρτιση. Νιώθει πως της απαγορεύεται να είναι αυτό που από τη φύση της είναι, έντονα συναισθηματική και εκδηλωτική.

Έτσι λοιπόν, υπάρχουν φορές που θυμώνει με την ύπαρξη του παιδιού μέσα της και φθάνει να κάνει μία συμφωνία μαζί του, ότι θα του παραχωρήσει το σώμα της αλλά όχι και το μυαλό και τις αντιδράσεις της. Την ίδια περίοδο, κι ενώ διανύει τον τρίτο μήνα, εύχεται με ανυπομονησία να γεννηθεί το παιδί, κι ας πεθάνει γιατί ήδη το έχει βαρεθεί. Σκέφτεται ποιος θα μπορούσε να το μεγαλώσει σε μία τέτοια περίπτωση, αφού θεωρεί «μητέρα» εκείνη που μεγαλώνει κι όχι εκείνη που απλά γεννάει ένα παιδί. 

Διαβάζοντας «ανάμεσα στις γραμμές»

Διχασμένη ανάμεσα στην επιθυμία της για προσωπική ανάπτυξη και επαγγελματική καταξίωση και στη «δέσμευση» που νιώθει να φέρει το παιδί στον κόσμο, η γυναίκα αυτή βιώνει έντονα και μεταλλασσόμενα συναισθήματα αγάπης και προσμονής, απελπισίας και απόγνωσης. Οι διαφορετικές στάσεις των ανθρώπων που αποτελούν τον περίγυρό της, καθορίζουν, πολλές φορές, τα συναισθήματά της.

Αν επιχειρούσαμε ένα μικρό «ψυχογράφημα», θα λέγαμε ότι αυτό που την καθορίζει είναι η φύση της ως «επιθυμούν ον», ως όντος, ανθρώπου δηλαδή που επιθυμεί. Αυτή είναι η φύση του ανθρώπου, να επιθυμεί. Τις περισσότερες φορές όμως, πάμε κόντρα σ' αυτή την επιθυμία, είτε για λόγους επιβαλλόμενους από το περιβάλλον μας, είτε εξαιτίας περιορισμών που οι ίδιοι θέτουμε στον εαυτό μας.

Οι περιορισμοί αυτοί δημιουργούνται, συνήθως, ασυνείδητα κι έτσι δεν μπορούμε εύκολα να τους αναγνωρίσουμε. Έχουν να κάνουν με την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας αλλά και αυτήν που θέλουμε να έχουν οι άλλοι για εμάς, καθώς και με απαιτήσεις του Υπερεγώ, των κοινωνικών δηλαδή επιταγών και των προσωπικών «πρέπει». Μία γυναίκα που βιώνει μια απροσδόκητη εγκυμοσύνη, εκτός γάμου και εν μέσω της επαγγελματικής της πορείας, αντιμετωπίζει όλα αυτά τα προσωπικά και κοινωνικά «πρέπει». Το ίδιο λοιπόν κι η ηρωίδα μας, η οποία μάλιστα «χάνεται» μέσα σε αυτά, χάνοντας όμως έτσι τον εαυτό της και την επαφή με τη δική της, προσωπική επιθυμία.

Προσωπικά, πιστεύω ότι αυτό το παιδί δεν αποτελούσε αντικείμενο πραγματικής επιθυμίας για τη γυναίκα του έργου. Αποφασίζει να το κρατήσει και να το φέρει στον κόσμο «θέλει, δε θέλει» (το ίδιο) γιατί αυτό θα ήταν το σωστό πράγμα να κάνει. Η εικόνα του εαυτού της ως μίας γυναίκας που πηγαίνει κόντρα σε όσους δεν θέλουν το παιδί - τον σύντροφο της και πατέρα του και τον εργοδότη της - συμβολίζει γι' αυτήν, την επανάστασή της εναντίον του υποτιθέμενου «ισχυρού φύλου» και των στερεοτύπων που το συνοδεύουν. Παρουσιάζει σημάδια διχασμού ως προσωπικότητα, γεγονός που εντείνει τη συναισθηματική της φόρτιση.

Θεωρεί τον άνδρα εντελώς περιττό, αλλά αδυνατεί να πει «όχι» στον σύντροφό της, όταν κάποια στιγμή την επισκέπτεται μετανιωμένος και τον αφήνει να κοιμηθεί, για ένα βράδυ, στο σπίτι της. Πιστεύει πως το παιδί δεν ανήκει σε κανέναν απ' τους δύο αλλά στον εαυτό του ωστόσο, κάποια στιγμή, μιλώντας του για τον «εκβιασμό» της εργασίας και την απουσία ελευθερίας στους ανθρώπους, του λέει πως εκείνη θα αποτελέσει το πρώτο και αδιαμφισβήτητο αφεντικό του, «εξουσία» που της αποδίδεται δικαιωματικά από τον ρόλο της ως «μητέρας».

Είναι ενδιαφέρον ότι η συγγραφέας του έργου - και μέσα από αυτήν και η ηρωίδα - παρουσιάζει στερεοτυπικά τον άνδρα ως δειλό, χωρίς καμία χρησιμότητα. Ωστόσο, αναρωτιέμαι αν είναι πραγματικά έτσι. Ιδιαίτερα στην περίπτωση ενός παιδιού, ο άνδρας θα είναι εκείνος που θα «γεννήσει» στη γυναίκα την επιθυμία να το φέρει στον κόσμο. Μόνο ως αντικείμενο επιθυμίας, και μάλιστα έντονης, θα έπρεπε να γεννιέται ένα παιδί. Κι αυτή η επιθυμία, δεν θα πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά και μόνο από τη γυναίκα γιατί τότε ίσως είναι εγωιστική: το να θέλει δηλαδή να έχει κάτι «δικό της» ενώ στην πραγματικότητα είναι κάτι που της «χαρίζει» ένας άνδρας. Αρκεί να είναι ένας άνδρας που την αγαπά και τη θαυμάζει, γιατί σε αντίθετη περίπτωση, θα καταλήξει να μην επιθυμεί και το ίδιο το παιδί.

Όπως ακριβώς έγινε και με την ηρωίδα του έργου. Και τότε εγκλωβίζεται σε έναν «φαύλο κύκλο», βιώνοντας την εγκυμοσύνη ως «τιμωρία», και κάνοντας ασυνείδητα τα πάντα για να μην γεννηθεί τελικά το παιδί. Η ζωή, όμως, δεν έχει ανάγκη κανέναν και συνεχίζεται ό,τι κι αν γίνει.  Αυτό είναι το τελευταίο μήνυμα της ηρωίδας του έργου, σ' ένα τέλος που αφήνει ελεύθερο τον θεατή να το ερμηνεύσει με το δικό του τρόπο.
...
Σχετικό θέμα στο Snobbers:
Ο Μάνος Πετούσης σκηνοθετεί την παράσταση «Γράμμα σ’ ένα παιδί» στο Θέατρο Κάππα

1 σχόλιο:

  1. Μια παράσταση ΘΡΙΑΜΒΟΣ !!! Κατάθεση ψυχής μιας δεσποινίδας... που θα φέρει στον κόσμο μια νέα ζωή...που θα γίνει μάνα ! Η μητέρα μας... ΝΑΙ ..Η μητέρα όλων μας και η αγάπη που θα χρειαστεί για να έρθουμε ως εδώ. Είναι μια συγκλονιστική παράσταση με ονειρεμένη σκηνογραφία , μουσική που υπογραμμίζει άριστα την δράση, αριστουργηματική σκηνοθεσία με την Ζέτα Δούκα σε ρόλο ζωής... της δικής σου Ζωής !

    ΑπάντησηΔιαγραφή